Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Η αμορφωσιά...

 ...είναι παντού και δεν την βλέπουμε!
Του Νίκου Τσούλια* 

      Η βαθιά κρίση κατέδειξε πολλές αντιορθολογικές και αντιπνευματικές όψεις της δημόσιας και της προσωπικής ζωής μας, όψεις που έπρεπε να έχουμε αναπτυγμένη κριτική σκέψη και δημιουργικό στοχασμό για να τις δούμε πριν την κρίση ότι είχαν τέτοιες διαστάσεις – όψεις που ίσως να μας χαρακτηρίζουν τελικά ως λαό και ως κοινωνία.

      Ο καθένας μας έβλεπε στον περίγυρό του – από τις πρώτες ημέρες της κρίσης – την οξύτητα του λόγου μας και  την απόλυτη ισχυρογνωμοσύνη μας, τη μονομέρεια της σκέψης μας και την αίσθηση της προσωπικής κατοχής της αλήθειας και κυρίως το δογματισμό στο τι πρέπει να κάνουμε. Έβλεπε την στείρα αντιπαράθεση μεταξύ επαγγελμάτων και εργασιακών χώρων, μεταξύ των «λίγο» φοροφυγάδων και των «πολύ» φοροφυγάδων, μεταξύ εργαζομένων στο δημόσιο και εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, μεταξύ συνταξιούχων και εργαζόμενων, μεταξύ εργαζόμενων και ανέργων, μεταξύ κομματικών οπαδών κλπ κλπ. Και θεωρώ ότι όλα αυτά έχουν τη αξία τους και ότι δεν αρκεί απλά και μόνο μια ανάλυση ταξικού χαρακτήρα – η οποία έχει ούτως ή άλλως ξεχωριστή σημασία – για να ερμηνεύσουμε μια πραγματικότητα φοβερά σύνθετη και πολυεπίπεδη.
      Διαπιστώσαμε ότι στις δύσκολες στιγμές, αντί να σκεφτόμαστε όσο το δυνατόν ορθολογικά και αυτοκριτικά, υπερασπίζαμε τη βία και τη δημαγωγία, την εύκολη λύση και την παραμυθία. Αντί να στοχαζόμαστε και να αναζητούμε το διάλογο και τη σύνεση επιδιδόμαστε στον «πόλεμο όλοι εναντίον όλων». Απορρίψαμε με φοβερή ευκολία ό,τι επί χρόνια λατρεύαμε. Αποκαλύψαμε τη γύμνια της δυνατότητάς μας να σκεφτόμαστε! Ουσιαστικά δεν μπορούσαμε και δεν μπορούμε να αναλύσουμε την πραγματικότητα. Ταυτίζαμε και ταυτίζουμε την πραγματικότητα με αυτό που μας προσφέρουν οι αισθήσεις μας, η αβασάνιστη σκέψη μας και οι βαθιές προκαταλήψεις μας. Όμως, «η πραγματικότητα είναι το πιο δύσκολο πράγμα σε εμάς τους ανθρώπους, αλλά συγχρόνως και το πιο σπουδαίο για την ανθρώπινη ύπαρξή μας (H. Elzer, Ο άνθρωπος και η μόρφωσή του).
      Και ποιο μπορεί να είναι το υπόστρωμα όλης αυτής της υποκουλτούρας; Υπάρχει κάτι που μπορεί να περιγράψει έστω σε αδρές γραμμές την ευτέλεια του λόγου μας και των πράξεών μας; Νομίζω πως ναι! Είναι η βαθιά και εκτεταμένη αμορφωσιά. Υπήρχε και πριν την κρίση, απλώς δεν την βλέπαμε ή κάναμε ότι δεν την βλέπαμε, γιατί δεν μας ενδιέφερε η έννοια του δημόσιου βίου και της δημόσιας εικόνας όπως δεν μας ενδιέφερε η αντεθνική και αντικοινωνική μαζική συμπεριφορά μας στη φοροδιαφυγή και στη μη τήρηση της νομιμότητας ή ακόμα η μη εφαρμογή των απλών κανόνων της ευγενικής συμπεριφοράς και ο μη σεβασμός του άλλου!
      Φαινόταν με τον πιο εύγλωττο τρόπο στην καθημερινή μας νοοτροπία. Η μαζική προσκόλληση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων κάθε ημέρα και κάθε ώρα στη χυδαιότητα της ιδιωτικής τηλεόρασης και η παντελής απουσία φιλαναγνωσιακής άσκησης, οι κιτς μουσικοί μας προσανατολισμοί και το φοβερό έλλειμμά μας σε κάθε μορφή τέχνης ήταν και είναι τα πιο απτά δείγματα της βαθιάς αμορφωσιάς μας. Πόσοι Έλληνες και πόσες Ελληνίδες πάμε έστω μια φορά το χρόνο σε ένα Μουσείο ή σε έναν αρχαιολογικό χώρο, πόσοι και πόσες επισκεπτόμαστε μια δημόσια βιβλιοθήκη – αν φυσικά τη γνωρίζουμε… -, πόσοι και πόσες έχουμε επισκεφτεί μια φορά την Ακρόπολη της Αθήνας και τον Παρθενώνα;
      Χαρακτηριζόμαστε ως λαός από μια φοβερά βαθιά αντίφαση. Ενώ θέλουμε με ιδιαίτερη φροντίδα και με περισσή επιμέλεια να σπουδάζουμε τα παιδιά μας – και είναι αυτό το πρώτο των πρώτων όνειρο κάθε οικογένειας -, αυτή η υπερεκπαίδευση δεν μετασχηματίζεται σε μόρφωση και σε παιδεία και δεν αποτελεί σηματωρό για μια κουλτούρα πολιτισμού. Προφανώς έχουν ευθύνες το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί. Γιατί έχουν εγκαταλείψει τον παιδαγωγικό λόγο σε μεγάλο βαθμό και έχουν υποταχθεί στη μονομέρεια της μετάδοσης της γνώσης – και όχι στην άσκηση της μόρφωσης και της αγωγής – και στην εργαλειακή σχέση της εκπαίδευσης με την αγορά και με το αξιακό της φορτίο.
      Έχουμε ποτέ αναζητήσει και συζητήσει ποιοι είναι οι βασικοί πυλώνες της εκπαίδευσης; Η UNESCO, στο πιο ολοκληρωμένο διεθνές εκπαιδευτικό δημιούργημά της, τους προσδιορίζει με σαφήνεια:
-να μάθουμε πώς να συμβιώνουμε με τους άλλους
-να μάθουμε πώς να μαθαίνουμε (διευρυμένη γενική παιδεία και εμβάθυνση σε λίγα θέματα)
-να μάθουμε πώς να ενεργούμε
-να μάθουμε πώς να υπάρχουμε.
(J. Delors, Education: the necessary Utopia, in: UNESCO, Learning: the treasure within).
      Και όμως αυτοί οι βασικοί εκπαιδευτικοί σκοποί ίσως και να μας φαίνονται παράξενοι και χωρίς νόημα και αξία, γιατί πολύ απλά εμείς θέλουμε από την εκπαίδευση να μας δώσει μόνο το καλύτερο δυνατό πτυχίο για την αγορά εργασίας! Είναι η κοινωνία μας που επιζητεί μια τέτοια εργαλειακή εκπαίδευση, γιατί είναι χειραγωγημένη με τη δική μας συγκατάθεση στις επιταγές και στις επιλογές των δυνάμεων της αγοράς. Είναι μια κοινωνία που δεν θέλει να αυτοδιαπαιδαγωγηθεί, γιατί είναι αντιφατική και ίσως και αλλοτριωμένη ως προς το ποιες είναι οι βασικές της αξίες. Έτσι δεν καλλιεργείται πουθενά ούτε στο σχολείο ούτε στην κοινωνία η ελευθερία της σκέψης και ο ορθολογισμός, ο διάλογος και η σωφροσύνη – έτσι κι αλλιώς είναι έννοιες σε αχρησία και σε απροσδιοριστία!
      Όσο δεν είναι το πρώτο μέλημά μας η ελευθερία του πνεύματος και οι ουμανιστικές αξίες θα μένουμε μακριά από τα αγαθά της παιδείας και θα νομίζουμε ότι εκπαιδευόμαστε. Αλλά αν ερωτηθούμε, γιατί εκπαιδευόμαστε και δεν μορφωνόμαστε, γιατί δεν κατανοούμε την πραγματικότητα και γιατί το μέλλον μας το φτιάχνουν άλλοι, δεν θα έχουμε καμιά πειστική απάντηση. Γιατί δεν ξέρουμε ή πάντως δεν έχουμε συνειδητοποιήσει και ακόμα περισσότερο δεν θέλουμε να καλλιεργηθούμε με τα πραγματικά αγαθά της παιδείας, που πρέπει να υπηρετεί η εκπαίδευση. Γιατί «πάνω απ’ όλα, σκοπός της εκπαίδευσης πρέπει να είναι το να δώσει στους ανθρώπους την ελευθερία της σκέψης, της έκφρασης των αισθημάτων και της φαντασίας, για να αναπτύξουν τις δεξιότητες τους και τη δυνατότητα να ελέγχουν, όσο εξαρτάται απ’ αυτούς, τη ζωή τους» (J. Delors… ο.π.).

ΠΗΓΗ: anthologio.wordpress.com
----------------------------------------------------------------------
* Ο Νίκος Τσούλιας είναι εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Διετέλεσε Πρόεδρος της ΟΛΜΕ από το 1996 έως το 2003

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου